Πιστεύω ότι όπως το σεξ και η ενδοφλέβεια χρήση ναρκωτικών μπορούν να γίνουν πιο ασφαλή αλλά μπορούν και να είναι μη ασφαλή, έτσι και ο νόμος μπορεί να γίνει πιο ασφαλής. Έχουμε αυτή τη στιγμή σε πολλές περιπτώσεις νόμους που θα χαρακτήριζα μη ασφαλείς γιατί συμβάλλουν στη μετάδοση του HIV, συμβάλλουν στο στίγμα και στις διακρίσεις κατά των οροθετικών.

Μπορούμε να κάνουμε το σωστό και να φτιάξουμε νόμους που να βελτιώνουν την κατάσταση. Μπορούμε να φροντίσουμε για παράδειγμα να υπάρχει σθεναρή νομοθεσία κατά των διακρίσεων και η διάγνωση της οροθετικότητας να μην οδηγεί σε απόλυση από την εργασία ή σε έλλειψη πρόσβασης σε υπηρεσίες.

Μπορούμε να φροντίσουμε έτσι ώστε όσοι δεν έχουν κατάλληλα χαρτιά, οι μη καταχωρημένοι μετανάστες, να έχουν πρόσβαση στις απαραίτητες υπηρεσίες υγείας όπου είναι διαθέσιμες και ότι το καθεστώς παραμονής τους δεν αποτελεί εμπόδιο στην πρόσβασή τους σε θεραπεία.

Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι η ποινικοποίηση και οι τιμωρητικοί νόμοι έχουν κάποια ευεργετική επίδραση και γι’αυτό πρέπει να τους ξεφορτωθούμε.  Δεν κάνουν τίποτα για να βελτιώσουν την κατάσταση και κάνουν πάρα πολύ κακό.

 

Ο Μάθιου Γουίετ είναι σήμερα καθηγητής Δικαίου και Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Μέρος της συνέντευξης που έδωσε το 2012 στη Ζωή Μαυρουδή για το ντοκιμαντέρ RUINIS / ΕΡΕΙΠΙΑ είναι ήδη γνωστό σε όσες και όσους είδαν το βραβευμένο οπτικοακουστικό ντοκουμέντο της διαπόμπευσης των οροθετικών γυναικών μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια που συμπληρώθηκαν φέτος. Για όσες και όσους τυχόν δεν το έχουν δει, διατίθεται ελεύθερα εδώ.

Η συνέντευξη του καθηγητή όμως ήταν μεγαλύτερη και στο σύνολό της – όπως αυτό βρίσκεται πλέον αυτόνομα διαθέσιμο στο διαδίκτυο – είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Την παραθέτουμε εδώ με ελληνικούς υπότιτλους, την επιμέλεια των οποίων έκανε ο Απόστολος Καλογιάννης, ευχαριστώντας τη Ζωή Μαυρουδή ακόμα μια φορά για τη συνεισφορά της στο θέμα της ποινικοποίησης της ασθένειας HIV/AIDS και των προεκτάσεών αυτής για τους ανθρώπους που ζουν με HIV/AIDS.

 

Ακολουθεί το κείμενο της παραπάνω συνέντευξης στα ελληνικά:

«υπευθυνότητα»

Είναι πολύ σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι η ποινική νομοθεσία έχει ανταποκριθεί στην έκθεση και τη μετάδοση στον HIV όπως και σε άλλα περίπλοκα κοινωνικά φαινόμενα, δηλαδή με άγαρμπο τρόπο. Η ποινική νομοθεσία δεν είναι ένας εκλεπτυσμένος μηχανισμός για την αντιμετώπιση ενός περίπλοκου κοινωνικού προβλήματος. Και ένα από τα προβλήματα κατά την άποψή μου και πολλών άλλων διεθνώς είναι ότι η ποινική νομοθεσία αντιμετωπίζει την υπευθυνότητα μονόπλευρα, ότι δηλαδή ένα άτομο φέρει την ευθύνη της περεταίρω μετάδοσης με HIV και έτσι το οροθετικό άτομο είναι εξ’ορισμού υπεύθυνο για τη μετάδοση του ιού στο σύντροφό του.

Είναι πολύ δύσκολο για την ποινική νομοθεσία να σκεφτεί με όρους κατανεμημένης ευθύνης και αυτό που έχουμε δει σε εκστρατείες πρόληψης τα τελευταία 30 χρόνια είναι η αναγνώριση ότι ο μόνος τρόπος να περιοριστεί αποτελεσματικά η περεταίρω μετάδοση του ιού και η εξάπλωσή του είναι με το να δίνεται έμφαση στην κοινή ευθύνη όλων να προστατεύουν τον εαυτό τους και τον σύντροφό τους.

Σε σχεδόν όλες τις περιπτώσεις όπου κάποιος είτε εκθέτει τον σύντροφό του στον κίνδυνο μετάδοσης ή όπου μεταδίδεται ο ιός, είναι το τελευταίο πράγμα που αυτό το άτομο θέλει να συμβεί και όχι ο σκοπός ή η πρόθεσή του. Αυτό δεν είναι αποδεκτό γενικά.

Το στίγμα που σχετίζεται με την μόλυνση με HIV καθοδηγείται σε μεγάλο βαθμό από τις αναπαραστάσεις του HIV στα μέσα μαζικής ενημέρωσης κυρίως στα πρωτοσέλιδα των ταμπλόιντ που μιλούν για «δολοφόνους με AIDS» ή «τέρατα του HIV Αυτές οι ποινικές υποθέσεις παίρνουν τη μεγαλύτερη δημοσιότητα.

Και είναι κάτι για το οποίο έχουν μιλήσει με πειθώ πολλοί άνθρωποι, ότι ακόμα και αν θέλεις να κοινοποιήσεις την οροθετικότητά σου στον ερωτικό σου σύντροφο, σε κάποιον με τον οποίο σκοπεύεις να έχεις μια σεξουαλική σχέση, μόλις κοινοποιήσεις αυτή την πληροφορία, ακόμα και αν εμπιστεύεσαι αυτό το άτομο, η πληροφορία αυτή παύει να είναι δική σου. Άν αυτή η σχέση τελειώσει στο μέλλον, αυτή την πληροφορία δεν την ελέγχεις πια. Μόλις την κοινοποιήσεις, έχει ξεφύγει από τον έλεγχό σου για πάντα.

 

 «λογική»

Είναι πολύ σημαντικό να διαχωρήσουμε μεταξύ της ηθικής και της λογικής του ποινικού νόμου σε αυτό το θέμα. Μπορεί δηλαδή να είναι εύκολο να επιχειρηματολογήσει κανείς ότι όσοι δεν κοινοποιούν το στάτους τους ή μεταδίδουν τον HIV ή εκθέτουν το σύντροφό τους στον κίνδυνο μόλυνσης με HIV, έχουν κάνει κάτι ηθικά μεμπτό ή κατακριτέο ανάλογα με τις συνθήκες και την απουσία ή παρουσία συναίνεσης μεταξύ των δυο πλευρών.

Αλλά το να επιχειρηματολογήσει κανείς ότι η ποινική νομοθεσία είναι η σωστή αντίδραση στην ανήθικη συμπεριφορά ισοδυναμεί με σημαντικό άλμα στο να επιχειρηματολογήσει ότι επειδή κάτι είναι ανήθικο πρέπει και να αντιμετωπίζεται ως σοβαρό έγκλημα και απαιτεί να κάνουμε κάτι που δεν κάνουμε σε πολλές άλλες περιπτώσεις της ζωής μας.

Δεν ποινικοποιούμε τη μοιχεία στις περισότερες Δυτικές χώρες. Μπορούμε να επιχειρηματολογήσουμε ότι είναι κάτι ανήθικο, ή να δεχόμαστε ότι οι συνέπειες για το άλλο άτομο μπορεί να είναι πολύ σημαντικές και συναισθηματικά βλαβερές ή να έχουν ψυχολογικές επιπτώσεις όταν είναι κάτι εξαιρετικά σημαντικό για τον άνθρωπο όσον αφορά την άποψή του για τη σημασία του να είναι κανείς πιστός στη σχέση το. Αλλά δεν την ποινικοποιούμε.

Ποινικοποιούμε πολλά πράγματα που δεν έχουν απαραίτητα μια ηθική συνιστώσα αλλά όχι και το αντίστροφο, δεν ποινικοποιούμε κάθε τι που μπορεί να δεχόμαστε ως ανήθικο.

Δεν γνωρίζω να υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι τα περιστατικά HIV ανάμεσα στους εργάτες του σεξ είναι υψηλότερα απ’ότι σε πολλές άλλες ομάδες ενώ πάρχουν επαρκή στοιχεία ότι οι εργάτες του σεξ είναι από τους πιο υπεύθυνους ανθρώπους όσον αφορά την προστασία του εαυτού τους και του πελάτη τους από μόλυνση με HIV. Εκεί όπου οι άνθρωποι έχουν πρόσβαση στα μέσα πρόληψης, τότε αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους.

Είναι μόνο εκεί που όσοι συναλλάσονται με σεξ και δεν έχουν πρόσβαση σε αυτά τα μέσα, που υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης ή μετάδοσης όχι μόνο του ΗIV αλλά και άλλων σεξουαλικά μεταδιδόμενων μολύνσεων.

Θα έλεγα επίσης ότι ο πελάτης ενός εργάτη του σεξ έχει την ίδια αν όχι μεγαλύτερη ευθύνη να προστατεύσει τον εαυτό του και το άτομο που πουλάει σεξ από περεταίρω μετάδοση.

Δεν βλέπω κάποιο επιχείρημα για το ότι μόνο και μόνο επειδή κάποιος είναι ο εργάτης του σεξ  και ο άλλος είναι ο πελάτης, ότι υπάρχει ουσιαστική διάκριση όσον αφορά την ευθύνη περεταίρω μετάδοσης ή μόλυνσης. Ο πελάτης γνωρίζει ότι ο εργάτης του σεξ είναι ένα άτομο που εξ’όρισμού κάνει σεξ με πάνω από έναν άνθρωπο αλλά δεν ισχύει απαραίτητα και το αντίστροφο.

 

«ανισορροπία δύναμης»

Μπορεί να κάνω λάθος αλλά δεν γνωρίζω περιπτώσεις όπου ένας πελάτης έχει συλληφθεί, διωχθεί και καταδικαστεί για μετάδοση του HIV ή άλλης σοβαρής, σεξουαλικά μεταδιδόμενης μόλυνσης προς έναν εργάτη του σεξ, αλλά γνωρίζω υποθέσεις όπου εργάτες του σεξ έχουν διωχθεί, κατηγορηθεί και καταδικαστεί για μετάδοση HIV σε πελάτη. Υπάρχει μια σημαντική ανισορροπία δύναμης, ένα τεκμήριο που υπήρχε πάντοτε από τις αρχές του 20ου αιώνα, ότι οι άνθρωποι που πουλούν σεξ είναι τα δοχεία κατά κάποιον τρόπο, οι πηγές και οι δεξαμενές των σεξουαλικά μεταδιδόμενων μολύνσεων. Λες και όσοι εκμεταλλεύονται τις υπηρεσίες των εργατών του σεξ δεν έχουν καμία ευθύνη για το ρίσκο που εμπεριέχουν αυτές οι συναλλαγές.

 

«μη ασφαλείς νόμοι»

Πιστεύω ότι όπως το σεξ και η ενδοφλέβεια χρήση ναρκωτικών μπορούν να γίνουν πιο ασφαλή αλλά μπορούν και να είναι μη ασφαλή, έτσι και ο νόμος μπορεί να γίνει πιο ασφαλής. Έχουμε αυτή τη στιγμή σε πολλές περιπτώσεις νόμους που θα χαρακτήριζα μη ασφαλείς γιατί συμβάλλουν στη μετάδοση του HIV, συμβάλλουν στο στίγμα και στις διακρίσεις κατά των οροθετικών.

Μπορούμε να κάνουμε το σωστό και να φτιάξουμε νόμους που να βελτιώνουν την κατάσταση. Μπορούμε να φροντίσουμε για παράδειγμα να υπάρχει σθεναρή νομοθεσία κατά των διακρίσεων και η διάγνωση της οροθετικότητας να μην οδηγεί σε απόλυση από την εργασία ή σε έλλειψη πρόσβασης σε υπηρεσίες.

Μπορούμε να φροντίσουμε έτσι ώστε όσοι δεν έχουν κατάλληλα χαρτιά, οι μη καταχωρημένοι μετανάστες, να έχουν πρόσβαση στις απαραίτητες υπηρεσίες υγείας όπου είναι διαθέσιμες και ότι το καθεστώς παραμονής τους δεν αποτελεί εμπόδιο στην πρόσβασή τους σε θεραπεία.

Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι η ποινικοποίηση και οι τιμωρητικοί νόμοι έχουν κάποια ευεργετική επίδραση και γι’αυτό πρέπει να τους ξεφορτωθούμε.  Δεν κάνουν τίποτα για να βελτιώσουν την κατάσταση και κάνουν πάρα πολύ κακό.

Κι αυτό δεν είναι απλώς η δική μου γνώμη, είναι το συμπέρασμα της Παγκόσμιας Επιτροπής για τον HIV και το νόμο, είναι η κατευθυντήρια γραμμή του Ειδικού Εισηγητή για την υγεία των Ηνωμένων Εθνών, και είναι η άποψη του προγράμματος του ΟΗΕ για το AIDS, του UNAIDS.

Eίναι η άποψη της Διεθνούς Ομοσπονδίας Προγραμματισμένης Τεκνοποιίας, των Ινστιτούτων Ανοικτής Κοινωνίας και μιας σειράς διεθνών οργανισμών και ειδικών στον τομέα αυτό.  Δεν βγάλαμε αυτό το συμπέρασμα απ’το μυαλό μας. Ξέρουμε ότι έτσι έχουν τα πράγματα και ότι πρέπει να αλλάξει η κατάσταση προκειμένου να βελτιωθούν οι συνθήκες για τους ανθρώπους που ζουν με τον HIV και όσους αντιμετωπίζουν κίνδυνο μόλυνσης.