Σε συνέντευξη που μεταδόθηκε στο CNN την Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου, ο πρώην πρόεδρος Κλίντον υπερασπίστηκε τον εαυτό του απέναντι στις συχνές κατηγορίες ότι η ουκρανική κρίση οφείλεται στην επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη. Επί προεδρίας Κλίντον, η Τσεχική Δημοκρατία, η Ουγγαρία και η Πολωνία προσχώρησαν στη στρατιωτική συμμαχία το 1999, ξεκινώντας τη διαδικασία που οδήγησε στην επέκταση των μελών του ΝΑΤΟ από 16 (1998) σε 30 (2021).
«Ο πρόεδρος Πούτιν δεν έκρυψε το γεγονός ότι θεωρεί, ότι η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μια μεγάλη τραγωδία στην παγκόσμια ιστορία», δήλωσε ο Κλίντον. Η υπερασπιστική γραμμή του πρώην προέδρου βασίστηκε έτσι σε γνωστά επιχειρήματα. Από τη μία πλευρά, η υποψία ότι ο Πούτιν είχε επεκτατικούς στόχους και ότι αργά ή γρήγορα θα αναδημιουργούσε τη σοβιετική αυτοκρατορία, ισχυρισμός που μπορεί να διατυπωθεί και για τις Ηνωμένες Πολιτείες και την επιθυμία τους για παγκόσμια ηγεμονία. Από την άλλη πλευρά, η ρητορική για εξαγωγή της δημοκρατίας, χάρη στην οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έφερναν ευημερία στις χώρες αυτές. Αυτή η ευημερία δεν είναι ασφαλώς συνέπεια της συμμετοχής στο ΝΑΤΟ, αλλά αποτέλεσμα άλλων παραγόντων. Τα ίδια χρόνια, μάλιστα, η Ρωσία είχε σταθερή αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ χωρίς να ενταχθεί σε καμία συμμαχία!
Πέρα όμως από αυτές τις λεπτομέρειες, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι στη συνέντευξη, ο δημοσιογράφος Φαρίντ Ζακαρία δεν έθεσε τα θεμελιώδη ερωτήματα: 1/ Γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες, και συνεπώς ο πρόεδρός τους, δεν τήρησαν τις υποσχέσεις που έδωσαν στον Γκορμπατσόφ να μην επεκτείνουν το ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά; 2/ Αν η Κίνα δημιουργούσε στρατιωτική συμμαχία με τις περισσότερες χώρες της Νότιας Αμερικής και στη συνέχεια ήθελε να την επεκτείνει στο Μεξικό, μεταξύ άλλων με την εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων με πυρηνικά όπλα, ποια θα ήταν η αντίδραση των Ηνωμένων Πολιτειών; Δύο απλές ερωτήσεις στις οποίες όλοι οι υποστηρικτές του ΝΑΤΟ δεν έχουν μια λογική και εύλογη απάντηση.
Γνωρίζουμε ότι οι πραγματικές προθέσεις ενός ατόμου δεν φαίνονται στα λόγια και τις ομιλίες, αλλά στις πράξεις, στις συγκεκριμένες ενέργειες που γίνονται. Το ίδιο ισχύει και για τα κράτη και τις κυβερνήσεις, που κατά τα άλλα αποτελούνται από ανθρώπους. Η υπερασπιστική γραμμή του Κλίντον ήταν τόσο αδύναμη επειδή, στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε κανένα λάθος που χρειαζόταν δικαιολόγηση. Λάθος είναι όταν κατά την εκτέλεση ενός σχεδίου κάποια πράγματα γίνονται λάθος. Οι ΗΠΑ είχαν πάντα ένα σχέδιο για τη δημιουργία μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας και το εμπόδιο για την υλοποίησή του ήταν γι’ αυτούς η Σοβιετική Ένωση. Μόλις το Σύμφωνο της Βαρσοβίας διαλύθηκε στην Πράγα το 1991, οι ΗΠΑ ακολούθησαν με συνέπεια το σχέδιό τους: όχι να διαλύσουν το Ατλαντικό Σύμφωνο, το οποίο, αφού ξεκίνησε ως αμυντικό σύμφωνο, δεν είχε πλέον λόγο ύπαρξης, αλλά, αντίθετα, να επεκτείνουν τη συμμαχία στα σύνορα με τη Ρωσία. Αυτό δεν είναι λάθος, αλλά μια συνεκτική στρατηγική κίνηση.
Και έτσι, φτάνουμε στο σήμερα, όπου, παρά το γεγονός ότι ο κόσμος έχει γίνει πολυπολικός, η πολιτική της Ουάσιγκτον συνεχίζει στον ίδιο δρόμο, προκαλώντας δυστυχία και πόνο σε ολόκληρο τον παγκόσμιο πληθυσμό. Με αυτό δεν εννοούμε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μόνη κακή αυτοκρατορία σε έναν δίκαιο και ειρηνικό κόσμο, αλλά μόνο ότι είναι πρόθυμες να κάνουν τα πάντα για να μην εγκαταλείψουν το όνειρό τους να ελέγχουν ολόκληρο τον πλανήτη. Αποτελούν τους κατ’ εξοχήν εκπροσώπους μιας νοοτροπίας κυριαρχίας που έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρο τον πλανήτη και η οποία, καθώς οδεύει προς το λυκόφως της, αλυχτά σαν βαριά τραυματισμένο άγριο ζώο.
Οι τελευταίες δηλώσεις του Μπάιντεν πρέπει να ερμηνευθούν ως προειδοποίηση προς τον Πούτιν ότι, σε περίπτωση που χρησιμοποιήσει ατομικά όπλα, η απάντηση των ΗΠΑ θα έχει συνέπειες. Το μήνυμα είναι σαφές, είναι μία απειλή: είμαστε έτοιμοι να χρησιμοποιήσουμε ακόμη και πυρηνικά όπλα για να κερδίσουμε αυτόν τον πόλεμο.
Ως μία Ευρώπη για την Ειρήνη, μπορούμε μόνο να επαναλάβουμε αυτό που έχει ήδη ειπωθεί: οι άνθρωποι, αυτό το 99% των ανθρώπων που είναι υπέρ της ειρήνης και κατά του πολέμου, πρέπει να ακουστεί η φωνή τους. Στην Ευρώπη, μετά την απόλυτη υποστήριξη των κυβερνήσεων στον πόλεμο με την αποστολή όπλων στην Ουκρανία και μετά τη σχετική συναίνεση των πληθυσμών που βομβαρδίζονται από τη συνεχόμενη φιλοπόλεμη προπαγάνδα, τα πράγματα αλλάζουν. Η δυσαρέσκεια μεγαλώνει, οι τιμές της ενέργειας αυξάνονται, οι αντιφάσεις των Βρυξελλών γίνονται όλο και πιο εμφανείς και το αίσθημα της χειραγώγησης αυξάνεται. Παντού, η δυσαρέσκεια αρχίζει να εκφράζεται με πολυάριθμες λαϊκές πρωτοβουλίες, όπως αυτή που ξεκίνησε στην Αγγλία και έφτασε και στην Ιταλία: «Δεν πληρώνουμε για τον πόλεμό σας», αναφερόμενη στους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου. Η διαδικτυακή εφημερίδα Dennik N δημοσίευσε δημοσκόπηση σύμφωνα με την οποία το 52% των Σλοβάκων τάσσεται υπέρ μιας ρωσικής νίκης, το 30% είναι με την ουκρανική πλευρά και το 18% δεν έχει καμία προτίμηση. Η διαδήλωση της 3ης Σεπτεμβρίου στην Πράγα, όπου σχεδόν 100.000 άνθρωποι απαίτησαν την άρση των κυρώσεων κατά της Μόσχας, είναι εμβληματική. Πρόκειται για πολύ μεγάλους αριθμούς, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Τσεχική Δημοκρατία είναι μια μικρή χώρα χωρίς μακρά παράδοση στις διαδηλώσεις. Το να πούμε ότι η διαδήλωση οργανώθηκε από εθνικιστές και λαϊκιστές δεν βοηθά στην κατανόηση αυτών των φαινομένων- γεγονός είναι ότι η δυσαρέσκεια αυξάνεται και οι άνθρωποι δεν πιστεύουν πλέον στη ρητορική του πολέμου.
Εν κατακλείδι, η επιφανειακότητα αυτής της συνέντευξης, τόσο στις ερωτήσεις όσο και στις απαντήσεις, δείχνει το μεγάλο χάσμα μεταξύ των όσων λέγονται στα μέσα ενημέρωσης και της πραγματικής ζωής, μεταξύ των δηλώσεων των πολιτικών και των όσων οι άνθρωποι βιώνουν πραγματικά στα συναισθήματα και τις σκέψεις τους. Παράλληλα με την απελπισία και την εξάπλωση των φασιστικών ιδεών, μια μεγάλη δυσπιστία απέναντι στο σύστημα και μια μεγάλη ανάγκη για ειρήνη και αλήθεια κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος στους ανθρώπους.
Μετάφραση από τα αγγλικά: Pressenza Athens